Κυριακή 21 Ιουνίου 2009


ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΠΙΣΩΓΥΡΊΖΕΙ


Στων αναμνήσεων τη βρύση
Σκύβω για να πιώ νερό
Με τις χούφτες μου ανοιγμένες
Το ρουφώ μα είν’ γλυφό

Μιαν αντάρα αντραλίζει
Τα κρυμμένα φυλλοκάρδια
Στο κρεβάτι όταν γείρω
Κι αξημέρωτα τα βράδια

Τι έχω αφήσει αναρωτιέμαι
Πίσω όλα αυτά τα χρόνια
Τι έχω πάρει τι έχω δώσει
Μ’ άγγιξαν τα πρώτα χιόνια

Κι όμως η καρδιά παιδούλα
Μες τα στήθη μου χτυπάει
Στις ζωής τις ανηφόρες
Έμαθε να αγαπάει

Την συγνώμη να χαρίζει
Να ξεφεύγει από τα πάθη
Ίσως και ν’ αναγνωρίζει
Πόσα έχει κάνει λάθη

Το μυαλό πισωγυρίζει
Κάνει απολογισμό
Αχ! Και η ζωή αλήθεια
Να ‘χε πάλι γυρισμό….

η εξουσία της ψυχής( αφιερωμένο στους ποιητές)

Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Είναι στιγμές που σ αγκαλιάζει η μοναξιά
Είναι στιγμές που νιώθεις τόσο μόνος
Είναι στιγμές που απλώνεται η σιωπή
Και που την πέννα σου κρατά σφιχτά ο πόνος

Και γράφεις, γράφεις ατελείωτα, βουβά
Και ξεδιπλώνεις την ψυχή σου σε μια κόλλα
Γεμίζεις χρώμα ένα άγραφο χαρτί
Το κάνεις φίλο σου, τα καταθέτεις όλα

Αυτά που κόμπος στο λαιμό έχουν καθίσει
Τα σ’ αγαπώ, τα δάκρυα που από τα μάτια στάζουν
Μια κραυγή, ένα λυγμό που έχεις φυλακίσει
Όλα τα ατέλειωτα «γιατί» που σε τρομάζουν

Δεν είσαι συ τούτη την ώρα, μη νομίζεις
Είν’ η ψυχή σου που μιλά και καταγράφει
Το παραπέτο μιας ζωής πεζής ξεσχίζει
Έχει εξουσία, αντ’ εσού και υπογράφει.


ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Ο Σεπτέμβρης μια γλυκιά ανατριχίλα
Καθώς πέφτουν απ τον βοριά τα φύλλα
Και ένα κίτρινο χαλί
Ειν’ η νοτισμένη γη

Μίκρυναν οι ώρες πια της μέρας
Παγωμένα σ αγκαλιάζει ο αγέρας
Ώρα σου καλή ηλιάτορα
Του καλοκαιριού αυτοκράτορα!

Λίγες πινελιές σε γκρίζο φόντο
Κι η ψυχή με την βροχή primo secondo
Θα βαδίσουνε πιασμένες χέρι- χέρι
Ως της Άνοιξης τ’ αγέρι
ΚΑΜΙΑ ΦΟΡΑ ΟΙ ΦΙΛΟΙ….
Καμιά φορά οι φίλοι,
Μια πίκρα σου αφήνουνε στα χείλη
Κι ενώ επίστευες πως θα ‘διναν κομμάτι
Όπως εσύ, απ την ψυχή τους κάτι,
Σφίγγεις τα δόντια, ψιθυρίζεις
«δεν πειράζει…»
Όμως στο μέσα σου
Κάτι αλλάζει!!!!
Αυτό το κάτι, ίσως το λένε μοναξιά
Και τ’ αντικρίζεις στον σπασμένο σου καθρέφτη
Αυτόν που κρύβει των ματιών σου η θωριά
Και που θα ήθελες να τον φωνάξεις… « ψεύτη»!!!
ΜΕΙΝΑΜ’ ΟΙ ΔΥΟ ΜΑΣ

Μείναμ’ οι δυο μας σαν τα ξερόκλαδα σε γέρικο δεντρί
Και περιμένουμε….Τι περιμένουμε;
Α! Ναι, τον καβαλάρη πότε θα ‘ρθει να μας βρει!
……………….
Αχ! Νιαρούδια όταν ήμασταν τι ξενοιασιά, τι γέλια
Τώρα… τα όνειρα κρέμονται με ξέφτια σαν κουρέλια
Στου δειλινού την καταχνιά χαθήκανε οι φίλοι
Άλλους τους τράβηξε η ζωή
Σ άλλους αγαπημένους μας ανάβουμε καντήλι
…………..
Κρατάς το χέρι μου σφιχτά κρατάω το δικό σου
Κοιτάζεις τ’ άσπρα μου μαλλιά κοιτώ το πρόσωπό σου
Τον χρόνο βλέπω που περνά στην κάθε μας ρυτίδα
Και στο θολό το βλέμμα μας την άσβεστη ελπίδα,
να κρέμεται σαν τον σοβά στον μαδημένο τοίχο
Και της καρδιάς αδύναμο ν’ ακούμε κάθε ήχο.
………….
Η ευτυχία όμως θαρρώ, παρέμεινε κοντά μας
Μπρός! Το ποτήρι σήκωσε ας πιούμε στην υγειά μας!!!
ΠΡΙΝ ΝΥΧΤΩΣΕΙ….
Πριν νυχτώσει σου στέλνω
Μια αγκαλιά να σε κλείσει
Πριν ο ήλιος βουτήξει
Και χαθεί μες την δύση
Πριν τα βλέφαρα γείρουν
Και τα μάτια θαμπώσουν
Πριν τα χείλη σωπάσουν
Κι αισθήσεις νεκρώσουν

τώρα ! πρέπει σου λέω
που τα μπράτσα αντέχουν
που τα βράδια σε σφίγγουν
και προσκέφαλο έχω
τα δικά σου τα χέρια
Αν ακούς την φωνή
της καρδιά, ψιθυρίζει
Σ αγαπώ!!!!
και η σκέψη γυρίζει
σε στιγμές ευτυχίας
Κάνω όνειρα ακόμα
Τα ποτίζω με χρώμα
Τα χαϊδεύω μ αγάπη
Και τους κλείνω το μάτι
Δεν θ’ αφήσω το χρόνο
Πειρατής να μας γίνει
Και να κλέψει, καρδιά μου
Ότι έχει απομείνει!